Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2019

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ


1-Constantinos Chicago

Ο Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου γεννήθηκε στη Κύπρο το 1981 όπου και ζει.
Έχει σπουδές κι εμπειρία στη Δημοτική, Ειδική και Μη-Τυπική Εκπαίδευση και είναι εκπαιδευόμενος Συστημικός Ψυχοθεραπευτής. Είναι εκπαιδευτής ενηλίκων στα Ανθρώπινα Δικαιώματα και την Αντι-ρατσιστική Εκπαίδευση κι είναι εξειδικευμένος στη φιλοσοφία και μεθοδολογία του Θεάτρου των Καταπιεσμένων. Έχει διεξαγάγει εργαστήρια κοινωνικού θεάτρου σε δεκάδες φορείς.
Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: Υπερκαινοφανής (Μελάνι, 2017) και Οι πέντε εποχές (Μελάνι, 2012) για την οποία ήταν υποψήφιος για το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ποιητή από την Ελληνική Εταιρεία Συγγραφέων (Βραβείο Γιάννη Βαρβέρη). Το 2008 βραβεύτηκε από την Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου με Α΄ Βραβείο Ποίησης σε διαγωνισμό της για νέους λογοτέχνες. Έχει συμμετάσχει σε φεστιβάλ λογοτεχνίας στην Κύπρο και το εξωτερικό, κατά τη διάρκεια των οποίων δραματοποίησε ποιήματά του: Έκθεση φωτογραφίας What’s the point of poetry? (Φεστιβάλ Ποίησης Βερολίνου, 2013), Σαρδάμ: η λογοτεχνία αλλιώς (aRttitude, 2013), Ποίηση σε απευθείας διάλογο (Ιδεόγραμμα, 2014), Γι’ αυτά που θα ’πρεπε να φέγγουν (Ακτίς, 2015), CROWD Omnibus Reading Tour (Σερβία και Βουλγαρία, 2016), BOOK ME (Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου, 2016), 1st Cyprus Poetry Slam (Ιδεόγραμμα, 2017 – κατά τη διάρκεια του οποίου προκρίθηκε στον τελικό) κ.ά.



ΥΠΕΡΚΑΙΝΟΦΑΝΗΣ (2017)

Φυλογένεση

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ

Οι Θεοί ήταν ρητοί:
Μην κοιτάξεις πίσω
μέχρι ν’ ανέβουμε πάνω.
Αλλιώς θα το μετανιώσεις.
Είναι να μη μου απαγορεύσεις κάτι.
Τα είδα όλα.
Στην αρχή μέχρι τριάντα πέντε χρόνια πίσω.
Ύστερα ακόμα πιο πίσω.
Απείρως.
Ανατινάχτηκα μπροστά τους σαν υπερκαινοφανής αστέρας.
Κι όταν ήρθα στα ίσια μου,
μου ’λείπε η φωνή.
Αλλά περιέργως μπορώ να γράφω.

ΔΙΑΓΑΛΑΞΙΑΚΟ

Λίγο η διάνοια,
λίγο το συναίσθημα,
να σου και το απότοκο ποίημα.
Η Μεγάλη Άρκτος χρειάζεται ένα ποίημα.
Βρέθηκε κανείς να της το ταΐσει;
Το Σύμπαν ξέρει μόνο να διαστέλλεται
από τον καιρό της Μεγάλης Έκρηξης.
Κι έχω να δηλώσω πως δεν έτυχε ποτέ να συνωμοτήσει
ολόκληρο για να καταφέρω εγώ κάτι
(Όχι πως περίμενα κάτι τέτοιο).
Μ’ ακούει κανείς;
Αν δεν υπάρχει άλλος εκεί έξω,
τότε φοβάμαι πως πάει πολύς χώρος χαμένος.
Τόσοι γαλαξίες
να μην έχουν κανέναν να τους γράφει ποιήματα;

ERECTION

Μόλις τελείωσα
κοιμήθηκε ευτυχώς ο Homo Erectus
ξύπνησε όμως ο Homo Solitarius.

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ

Στο ψιλικατζίδικο δίπλα
πωλούνται ταμπέλες «Ενοικιάζεται».
Κατά πως φαίνεται
είναι σύνηθες να τίθενται πράγματα
σε καθεστώς ενοικίασης.
(Όπως κι εγώ εξάλλου,
δεν με πουλάω ξανά,
το πολύ πολύ να μ’ ενοικίαζα.)
Στο μουσείο οι μισές αίθουσες κλειστές.
Κρίση.
Στην Αίθουσα Αρχαιοτήτων Θήρας
έλυσα το αίνιγμα της μορφής μου:
Στη μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της
καλύφθηκα πατόκορφα από τέφρα
κι απέμεινε στο τέλος μόνο τ’ αποτύπωμά μου.
Οι πονηροί αρχαιολόγοι έχυσαν γύψο
κι έφτιαξαν το εκμαγείο μου.
Λοιπόν, τώρα που βρήκα τ’ άκρα μου
κρέμασα επάνω μου μια απ’ αυτές τις ταμπέλες
μ’ εξέθεσα στην πλατεία μπροστά στο Μουσείο
κι ενοικιάζομαι.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα

ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ

Τόσο πολύ σπέρμα,
τόσο παγκόσμιο σπέρμα,
να πηγαίνει χαμένο!
Τόσο που θ’ αρκούσε, διάολε,
να φτιάξει έναν δεύτερο Τίβερη.
Αυτά αναλογιζόταν ο Πάπας της Ρώμης.
Στο μεταξύ, εγώ πάσκιζα να το κρατήσω μέσα μου.
0παπάς ήταν κατηγορηματικός:
ο αυνανισμός συνιστά αμάρτημα!
Είχε έρθει στο γυμνάσιο να μας εξομολογήσει
υποχρεωτικά.
Τίτο ’θελα και του το ’πα;
Τριάντα τρεις φορές την προσευχή
«Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ Θεού ελέησόν με»
κρατώντας το κομποσκοίνι
κι η πίστη θ’ απομακρύνει την καύλα θαυματουργά.
Μετά από χρονιά
ο Τίβερης πλημμύρισε και
γκρέμισε όλα τα φράγματά μου.

ΑΜΦΙΒΙΟΣ

0 γάμος κάποιου απ’ την παλιοπαρέα,
οροφή
Γλέντι στην ξενοδοχείου
κοντά στο λιμάνι.
Η πόλη ώσπου φτάνει το μάτι·
μόνο εμπόδιο ο ορίζοντας.
Τα πράγματα άλλαξαν, είπαν.
Καιρός να παραδεχτούμε πως δεν είμαστε οι ίδιοι.
Η ιστορία, δυστυχώς, δεν επαναλαμβάνεται…
Λίγο πριν το ξημέρωμα
οι θεόρατοι γερανοί στο λιμάνι
μεταμορφώθηκαν σε δαγκάνες αστακού
και μ’ ένα δάγκωμα τράβηξαν μακριά
το σκέπαστρο του παρελθόντος.
Έμεινε παρόν
μόνο το παρόν.
Ήμαστε τόσο ψηλά
αλλά η παλίρροια μας έφτασε.
Τι στο καλό! Νερό μέχρι τα γόνατα.
Άι στο διάολο για reunion.
Περίμενα πως θα τρομάξω
ή πως θα κλάψω
αλλά τίποτα.
Οι άνθρωποι καταγόμαστε απ’ το νερό.
Θεσσαλονίκη

ΠΟΙΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΟΥΣΒΙΤΣ

I
Ανέκαθεν με ταλαιπωρούσε ένα ποίημα
για τ’ Ολοκαύτωμα
αλλά δεν δεχόμουν να γράψω, γιατί
ποιος είμαι εγώ να γράψω κάτι γι’ αυτό;
II
Στο ξενοδοχείο
[μετά τον έρωτα]
μού διάβασες το ποίημα που έγραψες
για την οικογένειά σου που χάθηκε στο Άουσβιτς.
Ω να,
το ποίημα έρπει να εξέλθει, αλλά το καταπίνω.
III
Ήθελα να πω:
Εγώ πιστεύω πιο πολύ
στους Αρειανούς παρά στους Άριους.
Αλλά θα χανόταν το νόημα κάπου στη μετάφραση
και σώπασα.
IV
Έξαφνα το κλιματιστικό
άρχισε να βγάζει ατμούς.
Looks like a gas chamber this room!
Γέλασες δυνατά.
Us, Jews, we often do such humour.
Γέλασα κι εγώ.
V
Σκέφτηκα:
Ένα ποίημα για ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης κάνει
την τελευταία του απόπειρα να γραφτεί, παράλληλα μ’
έναν έρωτα που καταβάλλει μια απέλπιδα προσπάθεια
να γεννηθεί. Αν δεν γράψω απόψε κάτι γι’ αυτό, δεν θα
γίνει ποτέ. Αν δεν ερωτευτούμε απόψε, δεν θα γίνει ποτέ.
VI
Ύστερα εσύ έφυγες, σου ’στειλα γράμμα,
εσύ δεν απάντησες, τα γνωστά.
Αν απαντούσες, θα σ’ το ’λεγα:
Σ’ ερωτεύτηκα,
χάρη σ’ εσένα μπόρεσα επιτέλους
ν’ απαλλαγώ απ’ την ανάγκη
να γράψω κάτι για τ’ Ολοκαύτωμα
μιας κι έγραψες εσύ εκείνο που ’θελα να πω.
VII
Αυτό είναι αρκετό.

LITTLE BOY

1945
Μήκος τρία μέτρα
και βάρος τέσσερις τόνοι.
Ένα μικρομέγαλο αγόρι.
Γραπώθηκα πάνω του.
Sir, you are just a little boy.
Besides, you are not born yet.
How could you stop us?
It is inevitable to happen,
είπε ο σμηναγός μην μπορώντας να κρύψει τον γέλωτά
Πάτησε το κουμπί.
Πέσαμε μαζί. Το δάγκωνα,
να εκραγεί τουλάχιστον στον αέρα.
Μάταια.
Παλεύαμε μέχρι τελικής πτώσης,
μαζί ακουμπήσαμε τη γη
κι εγώ εξαφανίστηκα μέσα στο μανιτάρι.
Από τότε είμαι αγνοούμενος.

ΠΟΙΗΤΙΚΗ

Μιας και κουράστηκα να σε καλοπιάνω
Έχουμε και λέμε:
Εγώ είμαι αυτός που έβαλε πρώτος
το γαρίφαλο μέσα στην κάννη
στην Επανάσταση των Γαριφάλων.
Εγώ είμαι αυτός που στάθηκε άοπλος
μπροστά στην ορδή των τανκς
στην εξέγερση στην Τιέν Αν Μεν.
(Μου ‘χαν τελειώσει τα πυρομαχικά
μετά από αιώνες συγκρούσεων
και σκέφτηκα την επιλογή της μη-βίαιης αντίστασης).
Για πες τώρα, ποιητή, εσύ τι έκανες;
Εκτός από το να ποιείς,
πράττεις κιόλας;
Ή μήπως είν’ αρκετή η γραφή σου;

ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ

Καθίσαμε στις όχθες του Τσαρλς
απέναντι απ’ το Χάρβαρντ.
Στην επιφάνεια του ποταμού προβαλλόταν η ιστορία
της ζωής μου.
Κάπου κάπου η εικόνα χαλούσε επειδή ψάρια
πηδούσαν πάνω απ’ το νερό.
Από τη μια μεριά καθόταν η Ανν (η Σέξτον)
απ’ την άλλη η Σύλβια (η Πλαθ)
πίναμε μπίρες
και γελούσαμε υστερικά.
Σε κάποια φάση
μια γυναίκα θεάθηκε να περπατά στις παρυφές
του ποταμού
κρατώντας μεγάλες πέτρες.
«Βιρτζίνια!» αναφώνησαν οι κοπέλες (η Γουλφ).
Χωρίς δεύτερη σκέψη έτρεξαν προς το μέρος της
και μέχρι να αποφασίσω τι θα ’κανα εγώ
εκείνες είχαν ήδη κατα-
βυθιστεί.
Δεν τις ακολούθησα.
Εξάλλου, δεν είν’ δικό μου το φταίξιμο.
Φταίει η Ποίηση.
Βοστώνη

ΚΟΥΚΟΥΛΙ

Κτύπησα την πόρτα·
άκουσα την 5η του Μπετόβεν.
Ανοικτή· εκείνος μέσα·
πίσω από παραπέτασμα ανθρώπινης κοπριάς
ξέρασα αλλά είπα «δεν φεύγω»
καλυμμένος από χοντρό στρώμα λίπους
κι η τηλεόραση ν’ ατμίζει απ’ την υπερχρήση
-πάνε έξι μήνες αφότου χώθηκε εκεί μέσα-
έκανε επαναλαμβανόμενη κίνηση
[θύμιζε κατανασκασμό]
έλεγε τραγουδιστά
Φτιά-χνω κου-κού-λι, να μπω μέ-σα,
κου-κου-λι με-τα-ξέ-νιο, ν’ απο-δη-μή-σω εντός του.

ΥΠΕΡΚΑΙΝΟΦΑΝΗΣ I

5400 π,Χ.
Αστερισμός του Ταύρου
Γαλακτώδης Οδός
Γεια, Γαία.
Παρόλο που απεβίωσα φέτος
Εσύ εκεί πέρα
θα το αντιληφθείς το 1054 μ. Χ.
(Δεν ευθύνεσαι εσύ,
παρά μόνο η ασύλληπτη απόσταση που μας χωρίζει.)
Πόση εμπιστοσύνη να σου έχω, γλυκιά μου,
όταν μεταδίδονται τόσο καθυστερημένα οι πληροφορίες!
Αυτό το γράμμα για παράδειγμα,
το ‘γραψα 6.500 χρόνια πριν από το δικό σου τώρα.
Κι αν γράψω το Μανιφέστο μου,
πόσο επίκαιρο θα ναι τότε;
Το 1731 μ. Χ. οι άνθρωποί σου θ’ ανακαλύψουν το
νεφέλωμά μου,
το 1968 μ.Χ. θ’ ανακαλύψουν το αστρικό πτώμα μου,
και πάει λέγοντας.
Τα αστεροσκοπεία τους θα με σκοπεύσουν
μα εγώ, να το ξέρεις,
δεν δέχομαι να στηθώ σε εκτελεστικό απόσπασμα.
Είμαι ελεύθερος ανεξαρτήτως χωροχρόνου.
Γαία,
χλωμή μπλε τελεία,
μόριο σκόνης που αιωρείται σε μια ηλιαχτίδα,
να προσέχεις.
Τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα.
Ο υπερκαινοφανής

ΦΥΛΟΓΕΝΕΣΗ

Αδύνατον να κοιμηθείς
με τόσες σκέψεις μπηγμένες
σ’ ένα τόσο μικρό κρανίο.
4:44 π. μ.
Μπήκαν όλοι μέσα.
Και ο Σάπιενς και ο Νεάντερταλ και ο Ερέκτους
και άλλοι πολλοί που δεν τους ξέρω.
Σταθήκαμε σε κύκλο.
Κοιταχτήκαμε.
Δεν βρήκαμε κοινή γλώσσα.
Πιάσαμε τα χέρια.
Ένιωσα τον παλμό τους
να κτυπά στο εσωτερικό όλων των παλαμών μου.
Μέχρι που συγχρονίστηκε.
4:44 π. μ.
Βγήκαν όλοι έξω.
Απέμεινα πάλι μόνος μου
Με την Οντογένεση.

Οντογένεση

ΑΛΥΣΟΠΡΙΟΝΟ

Δεν ήταν
γκαπ γκουπ
ήταν
ντραμ ντρουμ.
Απ’ το πρωί
ξεκίνησε το ηλεκτρικό αλυσοπρίονο
να τα κλαδεύει
και ο κηπουρός
βάλθηκε να με πείσει
ότι είναι για το καλό τους.
Νταμπ ντουμπ
έκαναν
όταν έπεφταν κάτω
τεράστια τα κλαδιά
λες κι ήταν δέντρα.
(Όταν πριονιστούν όλα τα κλαδιά
και μείνει μόνο ο κορμός
πως λέγεται το δέντρο;
Ίσως απλώς στην πρώτη δημοτικού
όλα να σου φαίνονται μεγάλα.)
-Μικρέ μου, τώρα κάνε πιο πίσω μη βρω εγώ τον μπελά
μου. 0α φυτρώσουν πάλι πιο μεγάλα και θαλερά. Μη
στενοχωριέσαι. Θα ξανάρθω όταν θα ’σαι στη δευτέρα,
να δεις που τότε θα ’ναι ακόμα μεγαλύτερα. Άντε.
θυμώσω.
— Γιατί θα ξανάρθετε;
— Για να τα ξανακόψω.

ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΟΜΑΙ

Γνωρίζω ένα ρήμα
και ξέρω να το κλίνω
απέξω κι ανακατωτά
σε όλους τους χρόνους του.
Πάντοτε όμως σε πρώτο πρόσωπο
και κυρίως φωνή παθητική.
Το μόνο που αλλάζει
από καιρού εις καιρόν
είναι το ποιητικό αίτιο.
Άλλως γνωστό ως αίτιο της ποίησής μου

ΚΑΥΣΙΜΑ

Ι
Ποτέ δεν κατάλαβα αν όντως είχε καύσιμα
στην σκοπιά που την έλεγαν «Καύσιμα».
Χειρότερο νούμερο το δύο-τέσσερις.
Σκοτάδι όσο θες για να σκοτεινιάζεις,
Μια μέρα ο εφοδεύων μ’ έπιασε στα πράσα
|απ’ τα μπράτσα|.
Δεν τον πρόσεξα, παραδέχομαι.
Απόδειξη ότι δεν φυλάττω καλά το Έθνος.
λίγοτοσκοτάδιλίγοηνύσταλίγοηβουήτουδιαύλου
λίγοηηλικίαμουλίγοαπόλα.
Από ’κείνη τη μέρα βλέπω φαντάσματα.
ΙΙ
Στην ουσία
ράβουμε εσαεί το ίδιο ποίημα
ελπίζοντας μια μέρα το υφαντό του πόνου να τελειώσει
ώστε να το πετάξουμε στα σκουπίδια.
Μα τα καύσιμα στον πυθμένα μας είναι ανανεώσιμα.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

Είχαμε μόνο:
Πολικό Αστέρα, Πυξίδα, Χάρτη.
Το αζιμούθιο του καταυλισμού:
5.000 χιλιοστόμετρα πυροβολικού.
Κανονίστε να επιστρέφετε πριν το πρώτο φως.
Αν χαθείτε, είστε άξιοι της μοίρας σας. Ξεκουμπιστείτε.
Το στρατιωτικό όχημα έβγαλε απ’ τον κώλο καπνούς
κι εξαφανίστηκε.
Πολικός Αστέρας.
Εκείνο το απομονωμένο αστέρι
δεξιά απ’ τη Μεγάλη Άρκτο
που πάντοτε, βρέξει, χιονίσει, δείχνει τον βορρά.
Άφησα τους άλλους να βγάλουν άκρη,
κι απέμεινα να τον κοιτάζω.
Εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια
κάθεται εκεί πέρα μονάχος
μα δεν νιώθει μοναξιά.
Εκτελεί ακούραστα το καθήκον του
που είναι να προβάλλει τον Βόρειο Ουράνιο Πόλο.
Κι αν κάποτε σβήσει, θα πει τουλάχιστον πως μας έδωσε
τη φωτιά.
Κάποια στιγμή
είδα τον λοχαγό ν’ ανεβαίνει πάνω του
χρησιμοποιώντας μια ανεμόσκαλα
κι έπειτα να τρώει τα σωθικά του.
Απ’ το στόμα του έτρεχε αντί αίματος
αστερόσκονη.
Δεν τον χρειάζεστε.
Να δούμε αν θα τα βρείτε χωρίς τούτον τον βλάκα.

ΕΦΗΜΕΡΑ

Απάνω που νόμιζα
πως μ’ έχω χαρτογραφήσει
πετάγεται μπροστά μου
τούτος ο ξεροπόταμος.
Από πού κι ως πού;
Τόση ξηρασία δεν έχουν εμένα οι συντεταγμένες μου.
Απόψε είναι η νύχτα
που τα εφήμερα έντομα
έχουν την τελευταία τους έκδυση.
Μάλιστα, ένα είδος που γνώρισα εδώ στον ποταμό,
πρέπει μέσα σε πέντε λεπτά
να στεγνώσουν τα φτερά τους,
να πετάξουν,
να επιλέξουν σύντροφο
και να το κάνουν.
Έπειτα, πεθαίνουν ακαριαία.
Απάνω στο σεξ
όλα τελειώνουν.
Κι εγώ;
Τι στο καλό θέλω με τα εφημερόπτερα;
Σκοπός μου δεν είναι
ούτε η αναπαραγωγή ούτε η εκσπερμάτωση.
Εγώ γνωρίζω καλά το είδος μου
και
δεν θέλω να πεθαίνω κάθε που τελειώνω

ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ

Και που ξύπνησα σε μια πόλη-θαύμα
τι θα πει;
Εγώ είμαι ακόμα το ίδιο πλάσμα.
Και που μυρίζει μπαρούτι τι θα πει;
Και που φλέγομαι τι θα πει;
Και που κανείς δεν σταματά τι θα πει;
Απαιτείται πολύς κόπος
μέχρι να εξουδετερώσω
μία μία
και να περιμαζέψω
τις νάρκες
που άφησαν κάποιοι
φεύγοντας
απ’ το κορμί μου.
Αν δεν το κάνω
θα συνεχίσω
με κάθε παραπάτημα
να γίνομαι παρανάλωμα.
Χρειάζομαι, επειγόντως, μία σκαπάνη.
Νέα Υόρκη

ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ

Όταν γεννήθηκα ήμουν άγραφη πλάκα
αλλά το υλικό της ήταν φτιαγμένο από το
δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό οξύ μου.
Όσα έζησα καταγράφηκαν πάνω της.
(Κάποιοι απερίσκεπτοι έγραψαν με μαρκαδόρο ανεξίτηλο
κάποιοι έκαναν ασκήσεις χαρακτικής με μυτερό κόπτη
[εξού και οι ρυτίδες μου]
σε κάποια σημεία έχω λιώσει από μόνος μου γι’ άλλους.)
Ενίσταμαι.
Δεν είμαι θύμα αυτών που μ’ έχουν καθορίσει.
Αρκετά να ’μαι η συνισταμένη
της κληρονομικότητας και του περιβάλλοντος μου.
Έχω χαρτογραφήσει τα όρη και τις χαράδρες μου,
έχω απλώσει πάνω μου λευκό καμβά,
κρατάω στ’ αριστερό μου χέρι κάρβουνο,
κι είμαι και πάλιν άγραφος.
Tabula-ξανά-rasa.

ΥΠΕΡΚΑΙΝΟΦΑΝΗΣ II

Εντάξει, λοιπόν, θα το χάψω.
Θα το κάψω.
Έχω πολλά ακόμα στη ζωή μου να συντήξω.
Μέχρι που δεν θα ’χω άλλα να κάψω.
Θα ξεμείνω από καύσιμα.
Έπειτα, η βαρύτητά μου
θα με συνθλίψει.
[Ποιος δύναται να πάει κόντρα στους νόμους της φύσης;]
Προς στιγμήν
-αυτήν της έκρηξης—
θα ’μαι υπερκαινοφανής αστέρας.
Σε κάποιον πλανήτη θα μείνουν έκθαμβοι
με τη λαμπρότητα του κύκνειου άσματός μου.
Έπειτα,
Τ ί π ο τ α.

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΤΑΞΙΔΙ

Το δωμάτιο πλέει ακυβέρνητο
μέσα στην κατάμαυρη νύκτα.
Μα έχω αστρολάβο τον λογισμό μου.
Γνωρίζω τη γωνία πρόσπτωσης του σεληνόφωτος
και τη γωνία ανάκλασης των απολεσθέντων.
Γνωρίζω τα ονόματα όλων των ουράνιων σωμάτων,
των πετούμενων, κι όσων έχω πετάζει.
Είμαι άριστος χειριστής τηλεσκοπίων
αλλά όχι τόσο ικανός με τα μικροσκόπια
(ο μικρόκοσμος των ανθρώπων έχει τρομακτικά προβλήματα.
τελοσπάντων.)
Ναυτιλλόμενος με διαφανή άγκυρα αυτό το ποίημα
κι ανεξερεύνητο ύφαλο να πέφτει μπροστά στα πόδια μου.
Ασφαλής πρόβλεψη:
Όπου να ’σαι,
όπου και να ’σαι,
θα Ξημερώσει.

ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΕΠΟΧΕΣ (2012)

άνοιξη

έτσι αρχίζει το παραμύθι
«Μια φορά κι έναν καιρό…»
μα αυτό είναι τώρα
Μια φορά μονάχα.
<>|<>
Σε νιώθω που είσαι πίσω απ’ τη βαριά πόρτα
-πέντε βήματα από μένα-
παλιρροϊκό κύμα έτοιμο να τη σπάσεις
άνεμος έτοιμος να τη ρίξεις
τέρας έτοιμο να τη φας
τίποτα δε σε κρατάει πια!
Έλα μέσα,
Έρωτα.
<>|<>
Τις νύχτες
εμείς οι δυο
ξεντυνόμαστε τις ενοχές
και τις ρίχνουμε τσαλακωμένες στο πάτωμα
γυμνοί
-παρότι στο σκοτάδι-
βλέπουμε επιτέλους την αλήθεια μας
ξημερώνει
μα εμείς ακόμα κοιτάζουμε
Ομολογώ
πως κάποια πρωινά δελεάστηκα
να κυκλοφορήσω στο δρόμο
φορώντας τον εαυτό μου
και τίποτε άλλο.

καλοκαίρι

Είναι πολύ παράξενο
εκεί που σ’ αγάπησα
ήταν στ’ αλήθεια το τέλος του κόσμου
οδηγώντας για ώρα πολλή
φτάναμε σ’ ένα σημείο
που ο δρόμος τελείωνε
και υψωνόταν ένα τεράστιο βουνό μπροστά μας
Το τέλος του κόσμου
Η αρχή της αγάπης.
<>|<>
Όταν έρθει η αγάπη η αληθινή
δε χρειάζεται
ούτε το μικρό δάχτυλο να κουνήσεις
καθόλου να μετακινηθείς
απ’ τον εαυτό σου
αν είναι η αγάπη η πραγματική.
<>|<>
Κάποιες φορές
έχω την εντύπωση
πως εσύ δημιούργησες το σύμπαν
Εσύ προκάλεσες τη Μεγάλη Έκρηξη
κι από τότε κρατάς τα νήματα
όλων των πλανητών και σωμάτων
κι ελέγχεις την εντελέχεια
Κι ακόμα δεν πιστεύω
με πόση μαεστρία και προσοχή
κρατάς αυτό το μικρό αστέρι
κι ολοένα του δίνεις πνοή για να μη σβήσει
Ολόκληρο σύμπαν
μα εσύ έχεις πιότερη έγνοια
αυτό το ασήμαντο αστέρι
Σαν ένα μικρό παιδάκι
το ταξιδεύεις ανάμεσα στα νεφελώματα
και το κρατάς σφιχτά να μην πέσει σε μαύρες τρύπες
Του δείχνεις το δρόμο
μέσα στο άπειρο.
<>|<>
Ζητούσα πάντα βοήθεια
μέσω λέξεων
που κάποιοι ονόμασαν ποιήματα
Όταν ξαφνικά
σταμάτησα να ελευθερώνω πόνο στο σύμπαν
Όχι πια αστροναύτης του πόνου
ούτε χαμένος στο διάστημα
Πήρα σπίτι σ’ ένα γειτονικό γαλαξία.

φθινόπωρο

Αυτή η λάμψη
που αδιάκοπα σε συνοδεύει
λες κι είναι αύρα σου
Δεν είναι δική σου.
Είναι η αντανάκλαση
του εαυτού μου πάνω σου.
<>|<>
Εγώ είμαι δοχείο
συγκοινωνούν μ’ εσένα
Έχει ανοίξει η στρόφιγγα
της αντοχής μου.
Προσοχή!
Αδειάζουμε!
<>|<>
Έτσι είχες κάποτε εσύ ονομάσει εμένα:
«Βροχή σε περίοδο ανομβρίας»
Κι εγώ ολόχαρος
έριξα όλα τα κυβικά νερού μου επάνω σου
Μα εσύ ήσουνα ξανά και ξανά
σε κατάσταση ξηρασίας.
<>|<>
Μπορείς στ’ αλήθεια
σε μια στιγμή να ζήσεις
όσα ζεις σε μια ολάκερη ζωή
μπορείς κιόλας
σε μια στιγμή
να χάσεις όλες τις στιγμές
που θα ’χες την ευκαιρία
να έρθει εκείνη η στιγμή.
<>|<>
Σήμερα είπα να παίξω
τα αισθήματά μου για σένα
Κορώνα Γράμματα
βρήκα ένα κέρμα
επάνω στο ράφι
κι έγραφε με ανάγλυφα γράμματα
Θυμός
το ’ριξα ψηλά
μέχρι να πέσει στο πάτωμα
και ν’ ακούσω το γδούπο του
ακόμα ήλπιζα
αλλά το μόνο που είδα
ήταν ζωγραφισμένη τη Λύπη μου
στην πίσω πλευρά του.
<>|<>
Είναι η αγάπη μας
μια πλάνη
κι η ζωή ακόμα πιο μεγάλη
Είναι η αγάπη μας
ένα όνειρο
μέσα σε όνειρο.
<>|<>
Συνήθως μετά τις δώδεκα η ώρα
όλοι έχουν φύγει
και μένω με τον εαυτό μου μονάχος
Θα προτιμούσα
να μη μέναμε οι δυο μας
γιατί όλο με ρωτάει πράγματα
«Γιατί έκανες τούτο;
Γιατί είπες τ’ άλλο;»
Φεύγοντας την επόμενη φορά πάρτε τον μαζί σας.
<>|<>
Μέρες τώρα
προσποιούμαι πως έχω πεθάνει
ελπίζοντας να με ψάξεις
ή έστω να με θάψεις.

χειμώνας

Οι μέρες περνούν
χωρίς τίποτα να συμβαίνει
εγώ συνεχίζω να πενθώ
ελπίζοντας πως κάποτε τη λύπη
θα ξορκίσω
Το ξόρκι είναι σκληρό:
«Τρεις φορές να φωνάξω πως εσύ δεν αξίζεις
και αμέσως η λύπη εμένα θ’ αφήσει»
Απ’ το πρωί είμαι εδώ
προσπαθώ να ξορκίσω τη θλίψη
αλλά μπερδεύω τα λόγια μου
κι ολοένα λέω «αξίζεις».
<>|<>
Πότε θα ’ρθει ο ύπνος
κι εμένα να πάρει;
δοκίμασα τα πάντα
ακόμα και στο μυαλό μου
να σε σκοτώσω
με μια χούφτα χάπια λήθης
αλλά συνεχίζω
όλο το βράδυ τους τοίχους να φυλάω
και ξανά την εικόνα σου να φιλάω.
<>|<>
Εδώ και λίγους μήνες
πονά ασταμάτητα το κεφάλι μου
Μια φίλη είπε τρομαγμένα:
«Να πας να κάνεις τομογραφία εγκεφάλου
να δούμε τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου»
Δε βαριέσαι.
Ξέρω από τώρα πως
η τομογραφία θα τυπώσει
τη φωτογραφία σου.
<>|<>
Κάποτε δέχομαι αναπάντεχες νυχτερινές επισκέψεις
από φαντάσματα
τρομάζω
μιας και δεν πιστεύω στη μετά θάνατον ζωή
Ευτυχώς με διαβεβαιώνουν
ότι έρχονται από το παρελθόν.
<>|<>
Ένα λεπτό πριν το ξημέρωμα
ορκίζομαι
πως δεν έχω ξαναδεί πιο σκοτεινό σκοτάδι
Μαύρη τρύπα
απειλεί να με ρουφήξει
μέσα απ’ όλα τα παράθυρα.
<>|<>
Το παρελθόν μου
κάθε μέρα μεγαλώνει
κι εγώ το κουβαλώ
πάνω στους ώμους μου
τουλάχιστον ο Σίσυφος
είχε συνεχώς την ίδια πέτρα να κουβαλάει
ενώ το δικό μου βάρος
μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.
<>|<>
Μέρες ολόκληρες
κάθομαι άπραγος
περιμένοντας να γεννήσω
αυτό το ποίημα
Αντί να σπάζουν τα νερά
νερά μπάζουν από παντού
και βυθίζομαι
Μέρα με τη μέρα
γνωρίζω καλύτερα το ποίημα αυτό
αλλά δεν τίκτεται
Κι ούτε τήκεται
Αναρωτιέμαι ποιος βιαστής
φύτεψε αυτό τον σπόρο μέσα μου
Ίσως στο τέλος να μη γεννήσω ένα ποίημα
αλλά εγώ ο ίδιος να εξαχνωθώ σε ποιητατμούς.

αγρανάπαυση

Πέρασαν μήνες
στέγνωσα από λέξεις και συναίσθημα
ποτέ δεν έγραψα
και δεν ξέρω αν ήταν που δεν έβρισκα τις
ή αν δεν ένιωθα τίποτα
Συγχώρεσέ με, Ποίηση
που μακριά σου είχα φτάσει
Ήταν στιγμές που φοβήθηκα
πως δε θα ξαναγράψω
ή μάλλον πως δε θα ξανανιώσω
τι τρομαχτικό!
Ξαφνικά όμως ένιωσα σήμερα κάτι
και σε σένα, Ποίηση, έχω πάλι στραφεί
ας είναι άγιο τ’ όνομά σου.
<>|<>
Δε θέλω να σε θάψω
σε σεντούκι
έξι πόδια κάτω από τη γη.
Θέλω να σε φυτέψω
στο φρέσκο χώμα της ψυχής μου.
Και πάνω σου να βλαστήσουν
όμορφα λουλούδια.
Έτσι θέλω να είναι
η ύστερη εποχή σου.
Μετά σου.
<>|<>
Έχω σπαταλήσει ώρες πολλές
να σκέφτομαι
πώς άραγε
νιώθουν οι άλλοι
Έχω φορέσει
τόσες πολλές φορές
ξένα παπούτσια
που πια έχει αλλάξει
το μέγεθος του ποδιού μου.
<>|<>
Όταν γεννιέται ένα παιδί
οι νεράιδες είναι παρούσες
και δίνουν τα δώρα τους
γνωρίσματα
που θα γλιτώσουν τον άνθρωπο
απ’ τον επικείμενο πόνο
Σ’ άλλους δίνουν θέληση
σ’ άλλους υπομονή
και σ’ άλλους δύναμη
δίνουν μέχρι κι αναλγησία
Εμένα μου ’δωσαν
την Ποίηση.
<>|<>

Η πέμπτη εποχή

Τελείωσαν όλες οι εποχές
έχω ζήσει τον κύκλο
που κάνει ο έρωτας
Το πρώτο λάκτισμα και τον τελευταίο σπασμό του έρωτα.
Έχω βάλει τα συναισθήματά μου σε βιτρίνα
και μπορώ, επιτέλους, να τα κοιτάζω
λες κι είναι αρχαιολογικά εκθέματα
ο χειμώνας τούτος ήταν βαρύς
επέζησα όμως
και ζω τώρα την παντοδυναμία της αυτοδυναμίας μου
Είμαι ο Ένας και ο Καθένας.
Διαισθάνομαι πως κάποτε θα ’ρθει ξανά άνοιξη
μα αυτή η εποχή, τώρα, είναι ιδιαίτερη
Όχι, ξεγελάστηκα.
Δεν είχαν τελειώσει όλες οι εποχές
Κάθισα
άπλωσα τα άκρα μου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
κι αναπαύομαι·
μέσα μου ίσως σκιρτούν ακόμα ζιζάνια
αλλά, τι λύτρωση,
δεν χρειάζομαι τίποτα.
Δεν ήξερα πως υπάρχει εποχή πέμπτη!
Τώρα ξέρω
γιατί οι πάνσοφοι αγρότες
αφήνουν κάποτε τα χωράφια τους
σε αγρανάπαυση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου