Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2019

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗΣ



Ο Στέφανος Παντελίδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1973. Δεν σπούδασε Ελληνική Φιλολογία. Δεν έγραψε μελέτες, ούτε κριτικές βιβλίων. Οι δυο προηγούμενες ποιητικές συλλογές του Εκτός νόρμας (abookworm publications 2014) και Πάω γυρεύοντας ( κατά τον δαίμονα εαυτού) (Vakxikon.gr 2016) δεν τιμήθηκανμε κανένα βραβείο, δεν επανεκδόθηκαν, ούτε μεταφράστηκαν σε άλλες γλώσσες. Κάποιοι του είπαν πως η ποίηση του, τους αγγίζει. Θα ήθελε να ισχυριστεί πωςγράφει ποίηση για αυτούς. Η αλήθεια όμως είναι, πως γράφει γιατί αυτό του ορίζει επιτακτικά η φύση του. Η ποιητική του συλλογή «Εκεί που δεν σε σπέρνουν» είναι η τελευταία και εκδόθηκε το 2019 από τις εκδόσεις Βακχικόν.
.

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΕ ΣΠΕΡΝΟΥΝ (2019)

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Φυτρώνω εκεί που δεν με σπέρνουν
πάνω σε βράχους και γκρεμούς.
Με τρέφει η γη η άγονη
και ανθίζω μονάχα
τις μαύρες νύχτες του χειμώνα.
Η ευωδία μου είναι δώρο
για εκτός νόρμας στοχαστές
που παν γυρεύοντας
πάνω σε βράχους και γκρεμούς.
Δεν είμαι για τις γλάστρες τους
δεν είμαι για τα βάζα τους εγώ
— να βάλουν άλλους μέσα.

ΕΝΟΧΕΣ· ΟΔΗΓΩΝΤΑΣ

Στεκόταν το περιστέρι καταμεσής του δρόμου.
Δεν αντέδρασε αυτό
κι εγώ
το παρέκαμψα.
Κι αν ήθελε ν’ αυτοκτονήσει;
Θα έπεφτε απ’ το μπαλκόνι;
Θα έκοβε τις φλέβες του;
Καταμεσής του δρόμου θα στεκόταν
κι εγώ —ο αχρείος—
το απέφυγα.

ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΙΗΤΟΥ

Πολλά χρόνια μετά τον θάνατό μου εύχομαι
κάποιος ν’ απαγγείλει ένα μου ποίημα.
Και τότε
θα κυλήσει η μεγάλη στρογγυλή πέτρα
—αυτή που θα φράζει τον τάφο μου—
και θα βγω έξω.
Θα συναντήσω έναν-έναν τους νέους μου αναγνώστες
και θα τους «πείσω» δείχνοντας
τις τρύπες στην καρδιά μου.

ΕΡΩΤΑΣ ΕΝ ΕΤΕΙ 2018 [Ι]

Πώς να γράψω για τον έρωτα;
Τώρα που το φεγγάρι είναι «ουράνια σφαίρα»
ο νους: «ηλεκτρικές συνάψεις»
τα μάτια: «όργανο αντίληψης»
και η καρδιά «μια φυσική αντλία»;
Πώς να γράψω για τον έρωτα;
Τώρα που η φύση υποτάχθηκε σε μας
και πειθαρχούν τα γιασεμιά στις γλάστρες,

ΕΡΩΤΑΣ ΕΝ ΕΤΕΙ 2018 [ΙΙ]

Τι να σου τραγουδήσει,
κόρη όμορφη και λυγερή,
τώρα που τα ’χεις όλα σε mp3;
Τι σόι ποίημα να σου γράψει
που να χωράει σε tweet;
Θέλει να σου φωνάξει «σε αγαπώ»
μα δεν μπορεί.
Δεν ξέρει πώς.
Γι’ αυτό σου κάνει like
στην τελευταία σου selfie.

ΑΙΣΘΗΤΗ ΑΠΟΥΣΙΑ

Για χρόνια δεν ήξερα γιατί
αρέσει τόσο στους ανθρώπους
να βλέπουν θάλασσα και ουρανό.
Τώρα καταλαβαίνω
πως είναι επειδή
εκεί
δεν έχει ανθρώπους

ΣΚΟΤΑΔΙ (ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ/ΚΥΠΡΟΣ) Ι

Ανάψτε το φως
γιατί δεν βλέπουμε τίποτα.
Ανάψτε το προτού να είναι αργά —
προτού ανάψει τελικά
σε άδειο τόπο.

ΣΚΟΤΑΔΙ (ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ/ΚΥΠΡΟΣ) ΙΙ

Ποιοι είστε εσείς
που σας ζητώ ν’ ανάψετε το φως;
Θα τ’ άναβα ο ίδιος
μα δεν έχω δάχτυλα
δεν έχω χέρια.
Έτσι κι αλλιώς
δεν έχει ρεύμα,
δεν έχει διακόπτη
δεν έχει ελπίδα πια ο τόπος.

ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ «ΧΑΜΕΝΟΣ» Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Μα δεν ήταν και κανένας ωκεανός
— πέλαγος ήταν.
Εκεί όπου ένας άσχετος ψαράς
τη βρίσκει την Ιθάκη.
Γυρνούσε -—-λέει— ο πολυμήχανος
από νησί σε νησί
(κι από γυναίκα σε γυναίκα)
ο καημένος.
Και η Πηνελόπη ευτυχώς
δεν τον περίμενε με σταυρωμένα πόδια.
Δούλευε κι αυτή καλά τον «αργαλειό» της.

ΜΑΥΡΟ ΚΟΡΑΚΙ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΜΟΥ

Τι μαύρο, τι άσπρο;
Τι κοράκι, τι αηδόνι;
Εγώ θα έχω φύγει
— και η ζωή προκλητικά
θα συνεχίζει τον δρόμο της.

Η ΖΩΗ

ακόμη και στις πιο γλυκές στιγμές της
αναβλύζει πόνο
πόνο
για τις μελλοντικές γλυκές στιγμές της
που θα συνεχίσουν να ‘ρχονται
ερήμην μας.

ΣΤΟ ΚΑΛΟ, ΑΓΓΕΛΕ ΜΟΥ*

Στον δρόμο σου
γιε μου
θα συναντήσεις λύκους.
Στα ουρλιαχτά τους μην δειλιάσεις
το βλοσυρό τους βλέμμα μην φοβηθείς
αντιμετώπισε τους
δίχως να γίνεις λύκος
αντιμετώπισε τους
παραμένοντας Άνθρωπος.
*Ο γιό μου Άγγελος γίνεται σήμερα 11 ετών

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ

Τους στερούν —νομίζουν—
ήλιο και φεγγάρι.
Δεν ξέρουν πως σ’ εκείνο
το σκοτάδι που τους ρίχνουν
λάμπουν —ειδικά γι’ αυτούς—
και τα δύο περισσότερο.

ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΩ ΣΤΑ «ΕΥΠΩΛΗΤΑ»

θα θέσω τέρμα στη ζωή μου.
«Ποιητής αυτόχειρας»
θα σκίσω τα βιβλία μου
θα φάω μια-μια τις σελίδες
το πρωί θα με βρουν νεκρό
«από υπερβολική δόση ωμής ποίησης».

ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ [Ι]

Είμαι πιο πονηρός από ιερέα
πιο άδικος από δικαστή
πιο άνομος από αστυνόμο
πιο μικροπρεπής από βουλευτή.
Να με προσέχεις
— γιατί είμαι εσύ.

ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ [ΙΙ]

Είμαι πιο ασήμαντος από μυρμήγκι
πιο εύθραυστος από λεπτό γυαλί
πιο ευάλωτος από ένα φύλλο
πιο ευαίσθητος από μικρό παιδί.
Να με προσέχεις
— γιατί είμαι εσύ.

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ

Για να διαβάζεις
ΕΙΣΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ
Carpe Diem

ΠΑΩ ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ (2016)
[ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ]

ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

ΕΡΗΜΗ ΝΗΣΟΣ

Τους βλέπω και ενώ
-τους πεθαμένους του Έλιοτ1
μέσα στα αυτοκίνητά τους
πίσω απ’ τα γραφεία τους
στα καφέ και στα εστιατόριά τους.
Τι γυρεύω εγώ, ο ζωντανός, ανάμεσα σε πεθαμένους;
Και είναι τόσοι πολλοί
  • δείχνουν τόσο χαρούμενοι.
Σκέφτομαι να πεθάνω και εγώ
-να γίνω σαν αυτούς:
χαρούμενος
εν ζωή νεκρός.
  1. 0 Τ. Σ.Έλιοτ, στο ποίημά του Έρημη Χώρα (1922) γράφει: Ανύπαρχτη Πολιτεία/Μέσα στην καστανή καταχνιά μίας χειμωνιάτικης αυγής/ Χύνουνταν στο Γιοφύρι της Λόντρας ένα πλήθος, τόσοι πολλοί /Δεν το ‘χα σκεφτεί πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς
    (Μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης).

ΚΥΠΡΟΣ 2015

Κάποιος να ανάψει πάλι τον ήλιο
κάποιος να πρασινίσει τους κάμπους
κάποιος να ανθίσει τις λεμονιές
κάποιος να ανοίξει τους ορίζοντες
κάποιος
και εμείς θα ακολουθήσουμε.

O ΠΑΛΑΙΟΣ HOMO SAPIENS

Στάθηκε στα δυο του πόδια
έφτιαξε εργαλεία
άναψε φωτιά
ανέπτυξε γλώσσα
κοίταξε ψηλά
είδε τα άστρα
κατάλαβε το μέγεθός του
κατάλαβε το τέλος του
Φοβήθηκε
και κρύφτηκε στη σπηλιά του

Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ HOMO SAPIENS

Έφτιαξε υπολογιστές
έφτιαξε δορυφόρους
είδε τα άστρα
μέτρησε το σύμπαν
κατάλαβε το μέγεθός του
κατάλαβε το τέλος του
Φοβήθηκε
και έτρεξε για ψυχοθεραπεία.

ΣΕ ΚΥΚΛΟΥΣ

Ζούμε σε ατέλειωτους κύκλους.
Επαναλαμβάνουμε σκέψεις
  • επαναλαμβάνουμε πράξεις
    χωρίς να αλλάζει κάτι.
    Σε ατελείωτους κύκλους
  • όπως αυτόν της Microsoft
    που όλο γυρίζει.
Τον κοιτάς και σκέφτεσαι.
Νομίζεις πως φορτίζει το λογισμικό
  • νομίζεις σκέφτεται αυτό
αλλά σκέφτεσαι εσύ.

ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ

Αμάν, βρε πατέρα
  • ας έβαζες το πήχη στα επιτεύγματα,
    στις θέσεις και στα αξιώματα.
    Εκεί να σε παραβγώ.
Όχι στην τιμιότητα
ούτε στην ακεραιότητα.
Πώς να σε φτάσω εκεί;
Πώς να σε επισκιάσω,

ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΜΟΥ

Ξέρω πως στα κρυφά προσεύχεσαι για μένα.
Να ξέρεις πως σαν έρθει εκείνη η ώρα,
κι εγώ με τη σειρά μου στα κρυφά,
στη μόνη προσευχή μου, θα έχω εσένα.

ΤΟ ΛΙΓΟ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ

Θα χάσω το δάσος για ένα δέντρο
κι ας φαίνομαι σε κάποιους αδαής.
Θα αγκαλιάσω το πρώτο δέντρο που θα βρω
θα ξαποστάσω ευγνώμων στη σκιά του.
Βρείτε εσείς το δάσος
―καιροσκόποι, πλεονέκτες―
και αφήστε το δέντρο σ’ εμένα
και στους όμοιούς μου.

ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ

Ώρες ώρες έρχεται η άμπωτη
και μας αδειάζει.
Μένουμε κόκαλα και σάρκες.
Χωρίς ψυχή, σερνόμαστε χαμένοι.
Κι ύστερα να σου η πλημμυρίδα.
Φουσκώνουμε, τραβούμε
αισιόδοξα μπροστά.
Κι ύστερα πάλι,
έρχεται η άμπωτη.

ΑΥΤΟΣ

Αυτός ο αχρείος που ζει στο σπίτι μου
γεύεται τη γυναίκα μου,
μεγαλώνει τα παιδιά μου.
Αυτός ο τιποτένιος που πάει στο γραφείο μου
συναντιέται με τ’ αφεντικό μου
γράφει memo στ’ όνομά μου.
Αυτός ο άθλιος που βγαίνει με τους φίλους μου,
λέει τ’ αστεία μου,
γελά με τα δικά τους.
Αυτός
ναι, αυτός
να ξέρει πως υπάρχω ακόμη.

ΜΗΔΕΝΙΣΤΗΣ;

Ε όχι και μηδενιστής.
Απλώς αντιλαμβάνομαι το μέγεθος μου:
το τίποτα μου μες το σύμπαν
το τίποτα μου μες τον χρόνο
που δίνει τελικά αξία στη ζωή μου.
Άλλοι είναι οι μηδενιστές.
Ανόητα την ύπαρξή τους μηδενίζουν
εν αναμονή της «άλλης ζωής» που ακολουθεί.

ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΘΕΟΥΣ

ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΟΥ ΝΩΕ

Αυτή η ιστορία με την Κιβωτό του Νώε
που έσωσε τα ζώα από πνιγμό
που μας άφησε σώους στο βουνό Αραράτ
να ζευγαρώσουμε μετά την πλημμύρα
  • αυτά τα καγκουρό
    που μετοίκησαν μόνο στην Αυστραλία
  • αυτές οι ζέβρες
    που μετοίκησαν μόνο στην Αφρική
  • αυτά τα αρμαντίλλο
    που μετοίκησαν μόνο στην Αμερική
  • αυτοί οι πιγκουΐνοι
    που μετοίκησαν μόνο στην Ανταρτική
αυτή η ιστορία με την Κιβωτό του Νώε
μπάζει νερά από παντού.

ΚΑΙ ΕΙΠΕ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΗ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΘΟΔΟ ΤΟΥ:

Να μην πιστεύετε τυφλά.
Να με αμφισβητείτε.
Τι δάσκαλος θα ήμουν
αν ήθελα υπακοή
αντί για ελεύθερο πνεύμα;
Τι αξία έχει ο δάσκαλος
αν αντί δασκάλων καλύτερων απ’ αυτόν,
αφήσει μαθητές εξαρτημένους;
Μακάριοι οι έχοντες ελεύθερη και κριτική σκέψη,
ότι αυτοί φωτίσουν με το πνεύμα τους τούς άλλους
Και ο Νίτσε, ο Καβάφης,
οΤζόις και ο Καζαντζάκης
έγιναν οι πιο πιστοί ακόλουθοί Του.

ΕΥΡΗΚΑ

Είμαι σίγουρος, φωνάζει ο πιστός,
υπάρχει Θεός!
  • και γελούν μαζί του οι νουνεχείς.
Είμαι σίγουρος, φωνάζει ο νουνεχής,
δεν υπάρχει Θεός!
  • και γελούν μαζί του οι Θεοί.

ΕΧΟΥΜΕ ΔΡΟΜΟ ΑΚΟΜΗ

Διαγράψαμε τους Κενταύρους
μα κρατήσαμε τους δαίμονες
διαγράψαμε τους δράκους
μα κρατήσαμε τον διάβολο
διαγράψαμε τους ζωόμορφους θεούς
μα κρατήσαμε τους αγγέλους
διαγράψαμε τις μάγισσες
μα κρατήσαμε τις χαρτορίχτρες
διαγράψαμε τους μάντεις
μα κρατήσαμε τους θαυματοποιούς
κάρες, λαδάκια, αγιασμοί,
τάματα, κομποσκοίνια, εξορκισμοί
  • έχουμε δρόμο ακόμη.

ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΠΟΙΗΤΕΣ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ (ΟΡΙΣΜΟΣ)

Πού να σταθεί επιστήμονας εδώ;
Τι να ψελλίσει ο βιολόγος;
Θέλει Πίνδαρο εδώ:
Σκιά ονείρου είναι.
Θέλει Όμηρο εδώ:
Γενεές φύλλων είναι.
Θέλει Λιαντίνη εδώ:
Το πιο τραγικό ον είναι.
Το μόνο που, ενόσω ζει,
Γνωρίζει πως πεθαίνει.
Και η επιστήμη υποκλίνεται στους ποιητές.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΙΗΣΗ

Αφήστε τα ηρεμιστικά.
Διαβάστε λίγη ποίηση.
Στο τρίτο ποίημα,
δεν θα σας κρατούν τα βλέφαρα σας.

Η ΩΡΑ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΠΟΙΗΣΗ

Είναι καλύτερα να μην γράφεις νέος.
Όχι γιατί σου λείπει η σοφία
  • αλλά να μην σου μένει και γραπτώς
    πόσο ευθυτενής ήσουν
    πόσο πείσμα είχες τότε μέσα σου.

ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΩ ΩΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

Θα αρχίσω και εγώ τα ακαταλαβίστικα.
Να γράψω ας πούμε για τον Ηνίοχο
και το ένα το άλογο που ορμούσε χωρίς αιδώ.
Αυτό που -χρόνια αργότερα- ονόμασε ο Φρόυντ id.
Να γράψω ύστερα για πάμφωτα ελεγκτήρια
και χείλη σκοτεινά στη λήθη της θυέλλης.
Στο τέλος, θα προτάξω πάραυτα
τον δόλιο κερματισμό του υποκειμένου,
που σέρνει πρώιμα η θάλασσα
εκεί που ξημερώνει.
Και κάποιοι, που δικαιολογημένα
δεν θα καταλάβουν τίποτα,
αδικαιολόγητα επιτέλους
θα με τιμήσουν.

ΠΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΥΜΩΝ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ

Τίποτα από εσάς δεν κρατήσαμε.
Αντικαταστήσαμε το φως με το σκοτάδι
  • την αλήθεια με την πλάνη
  • την πάλη με την προσευχή.
Ελεεινοί φυγόπονοι επαίτες
δηλώσαμε υποταγή στο τίποτα
με ελπίδα
την αιώνια ανταμοιβή μας.

ΠΡΟΣ ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΝΑ ΛΙΖΑ

Πόσο ν’ αντέξει η καημένη,
στημένη τόσες ώρες στο ατελιέ σου;
Γυναίκα ήταν όλο πάθος.
Κι εσύ ζωγράφιζες φύση νεκρή.
Έχασε στο τέλος το χαμόγελό της.
ΓΓ αυτό και τελικά έμειναν για μας
κάτι μυστήρια απομεινάρια.
ΠΡΟΣ ΔΑΡΒΙΝΟ
Δεν ξέρεις πως μισούμε την αλήθεια;
Αυτό το “απ’ τον πίθηκο”
μάς έπεσε βαρύ.
Ας έλεγες καλύτερα απ’ το παγώνι.
Και η «εξέλιξή» σου ―εν μια νυκτί―
θα γινόταν παγκόσμια αποδεκτή.

ΕΚΤΟΣ ΝΟΡΜΑΣ (2014)

ΣΕ ΕΙΚΟΣΙ ΛΕΠΤΑ, ΜΕ ΔΕΚΑ ΕΥΡΩ

Περιμένεις τη δική σου σειρά,
ελευθερώνεις ταχύτητα,
πέφτει νερό,
σαπούνι,
μετά οι Βούρτσες,
ο ζεστός αέρας.
Σε είκοσι λεπτά, με δέκα ευρώ, το όχημά σου είναι πάλι καθαρό.
Φεύγει η σκόνη,
φεύγει η Βρωμιά.
Σε είκοσι λεπτά, με δέκα ευρώ.
Να ‘χε ένα πλυντήριο η ψυχή,
να διώχναμε τη βρώμα,
να διώχναμε το μαύρο μέσα μας.
Και μη μου πείτε για θεούς και προσευχές,
ούτε για χάπια και ψυχοθεραπευτές.
Δεν είν’ το ίδιο.
Άλλο το πλυντήριο της ψυχής.
Να καθαρίζει η ψυχή.
Έτσι, απλά.
Με δέκα ευρώ, σε είκοσι λεπτά. 

ΣΤΟΝ ΠΑΙΔΟΝΕΥΡΟΛΟΓΟ

Τον κοιτούσα καθώς περιέγραφε
σύνδρομα και επιληψίες,
φάρμακα και θεραπείες.
Ήθελα να του πω
πως προτιμούσα να μην ήμουν εκεί,
πως προτιμούσα να συνέβαινε αυτό
σε άλλου το παιδί.
Ήθελα να του πω
τόπους που θα πήγαινα μα δε θα πάω,
αυτά που θα έβλεπα μα δε θα δω,
τι μπορούσα να γίνω,
μα δε θα γίνω ποτέ.
Ήθελα να του πω.
Μα δεν του είπα.
Τον πλήρωσα κι έφυγα.

Ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ

Ξεσπούσανε οε γέλια,
ξανά και ξανά,
στεκόμουνα στη μέση,
και τα ‘λεγα, το ένα μετά το άλλο.
Πραγματικά αστεία.
Γνήσιο, πηγαίο χιούμορ.
Και κάθε λίγο
κι άλλο ξέσπασμα,
κι άλλο χαχανητό.
«Πολύ χαρισματικός».
«Καλύτερος κι από γελωτοποιός».
Ύστερα πήγα σπίτι μου.
Και έκλαψα.

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ

Και συ κοριτσάκι στην υποδοχή, γιατί χαμογελάς;
Γιατί μιλάς με τόση ζεστασιά;
Γιατί μου απευθύνεσαι γλυκά,
με το επίθετό μου και το «κύριε» μπροστά;
Δε σου το είπα,
μα αν δε χαμογελούσες,
αν δε μιλούσες καν,
δε θα ‘κάνε καμιά διαφορά.
Αυτά που μου ‘πε ο γιατρός,
καθόλου δεν αλλάζουν.
Ούτε στην υποδοχή,
ούτε στο ξεπροβόδισμα.

ΠΡΟΣ ΕΦΗΒΟ ΑΝΙΨΙΟ

Εσένα δε μεγαλώσαμε
με ζωγραφιές και τραγουδάκια;
Σ’ εσένα δε διαβάζαμε
γλυκά παραμυθάκια;
Πότε έγινες αυθάδης,
αναιδής και πονηρός;
Πότε έγινες σαν εμάς;

ΠΡΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ

Δε με νοιάζουν τα αιτήματά σας,
για υψηλούς μισθούς και επιδόματα.
Με νοιάζει που πρωί πρωί σας παραδίδουμε
ό,τι αγαπάμε πιο πολύ,
ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε.

ΣΕ ΒΛΕΠΟΥΝ

Όλη σου η ζωή χορεύει στο ρυθμό
που σου κρατούν οι άλλοι.
Γι’ αυτούς το αυτοκίνητο το τζιπ,
γι’ αυτούς και η δουλειά σε πολυεθνική,
γι’ αυτούς το καλοκαίρι σε νησί,
γι’ αυτούς και το χειμώνα κάνεις σκι,
γι’ αυτούς εκείνο το ψυχρό το ρετιρέ,
Η αυτούς και η γυναίκα που θα πάρεις, θες δε θες
θα σου ‘λεγα να κάνεις κάτι και για σένα,
μόνο που δεν μπορείς.
Έχεις ξεχάσει πια ποιος είσαι.
Υπάρχεις απλά,
ως μια συνάρτηση των άλλων.

ΕΤΣΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

Δε γεννιούνται ποιητές, οι ποιητές
ούτε σπουδάζονται.
Χτυπιούνται πρώτα.
Χτυπιούνται πρώτα στο πεδίο της ζωής
και ύστερα γράφουν στο χαρτί.
Για αυτό δε θα έπρεπε να τους φωνάζουν ποιητές
μα ποιηθέντες.

ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Δεν είναι η ανεμελιά,
οι μακρινές οι Βόλτες, το κρυφτό.
Ούτε το πρώτο το ποδήλατο,
οι πλάκες, το τρεχτό.
Είναι που ονειρευόμουν με τις ώρες,
που σχεδίαζα το μέλλον.
Τι θα γίνω.
Πώς θα ζω.

ΠΕΡΙ ΚΟΛΑΚΕΙΑΣ

Πώς να αντισταθεί κανείς στην κολακεία;
Επιτέλους κάποιος σε θαυμάζει.
Επιτέλους κάποιος το έργο σου αναγνωρίζει.
Επιτέλους κάποιος σε σένα βλέπει
τον άνθρωπο το δίκαιο,
τον άξιο,
τον ικανό.
Θα πρέπει να τον ανταμείψετε γι’ αυτό.
Να τον κρατήσετε κοντά σας.
Σίγουρα δεν πρόκειται για κόλακα.
Σίγουρα αμερόληπτα σε σας θα είδε
τον άνθρωπο το δίκαιο,
τον άξιο,
τον ικανό.

ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΥ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ ΠΟΛΥ ΝΕΟΣ

Τι ανάποδο θαύμα είναι αυτό;
Τι παιχνίδι της φύσης;
Να σκίζεται η καρδιά μου.
Και να μη βγαίνει αίμα.
Να κόβομαι στα δύο.
Και να μη βγαίνει αίμα.
Να στέκομαι.
Αλλά να είμαι στο πάτωμα.
Να κοιτάζω.
Και να μη Βλέπω τίποτα.
Γίνεται τόσος πόνος μέσα;
Γίνεται τόσος πόνος μέσα
και έξω τίποτα;

ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΑΒΑΦΗ 2013

Αφήστε τον, τον Αλεξανδρινό,
στις σκοτεινές τις κάμαρές του,
πίσω απ’ τα κλειστά παράθυρα,
πίσω απ’ των κεριών το χαμηλό το φως.
Αφήστε τον, πολύ σπανίως,
να κατεβαίνει τα σκαλιά,
και στα κρυφά να δοκιμάζει,
τα δυνατά κρασιά της ηδονής.
Βρείτε το δικό σας δρόμο, τον Ιωνικόν,
φτιάξτε τα σπασμένα τα αγάλματά των.
Βγείτε στο δικό σας πηγαιμό.
Σταθείτε στις δικές σας Θερμοπύλες.
Δείτε πόσο γρήγορα σας σβήνουν τα κεριά.
Κι όσο μπορείτε προσπαθήστε,
έτοιμοι να είστε,
σαν έρθει κι η σειρά σας να ακούσετε από τα μακριά,
το μουσικό το θίασο να περνά.

ΚΡΙΣΗ 2013

Αγανακτούμε.
Λέμε να πάρουμε τους δρόμους.
Να ορθώσουμε το ανάστημα μας.
Να υψώσουμε τη φωνή μας.
Να ρίξουμε, οργισμένοι, πέτρες.
Αγανακτούμε περισσότερο,
που δεν ξέρουμε ποιους δρόμους να πάρουμε,
σε ποιους να ορθώσουμε το ανάστημά μας,
σε ποιους να υψώσουμε τη φωνή μας,
σε ποιους τις πέτρες μας να ρίξουμε.

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΒΟΥΛΗ Ν’ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ

Άβουλη Βουλή,
πες μας τη Βουλή σου.

Ο ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΜΟΥ

θα ήθελα να έγραφα εγώ τον επικήδειο μου.
θα γέμιζε η εκκλησία χαχανητά,
θα πάσκιζε να κρατηθεί ο ιερέας
και ο τρελός καντηλανάφτης θα είχε επιτέλους λόγο να γελά.
Κι αν κάποιος διαμαρτυρότανε πως δεν ταιριάζουν τέτοια σε κηδεία,
πως είναι η ομιλία μου απρεπής,
σίγουρα κάποιος που μ’ ήξερε καλά θα πεταγόταν και θα έλεγε
«Έτσι ήτανε αυτός. Έτσι ακριβώς».

ΕΑΥΤΟΣ

Αυτός κι αν είναι πανταχού παρών.
Αυτός κι αν είναι δίκαιος,
κριτής και τιμωρός.
Σ’ αυτόν λογοδοτούμε.
Αυτός τα πάντα ξέρει.

ΕΑΥΤΟΣ[2]

Αυτός δε θέλει παρακάλια.
Ούτε προσευχές και αγρυπνίες.
Δεν αποδέχεται τάματα.
Δεν του γελάς.
Αυτού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου