Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΤΖΗΘΩΜΑΣ







Στιγμές (1981)

ΣΙΩΠΗ

Η σιωπή
άδειο κοχύλι
– γυμνός ώμος
ενός ναυτίλου.

ΩΣ ΕΔΩ

Στη σκιά του δρεπανιού
τεντωμένο τόξο
δίκοπο μαχαίρι
η ελευθερία.
Δένεται κόμπος το αίμα
κι η γνώση ωριμάζει.
Προδότες και προδομένοι
ίδιες ευθύνες
ίση μοιρασιά του καιρού-μου.
Το λυκόφως του συμβιβασμού
κάνει τις φλέβες της ανοχής
διάφανες.
Καθρέφτης η σιωπή
κραυγή του πόνου
έγινε κομμάτια.
Η σκιά-σου τώρα
μες στο αίμα
ως εδώ ήταν ο ύπνος-σου.

ΑΘΕΑΤΗ ΔΥΝΑΜΗ

Μέσα σε μια κούπα κρασί
δυο σταγόνες όλες κι όλες
πρόδωσαν το πέταγμα του περιστεριού
αυλή πορεία της ματιάς
χωρίς διέξοδο προδιαγραφής
προς την αθέατη δύναμη
των κατατρεγμένων
προς τις παλάμες
που κτίζουν τη σκέπη του κόσμου.

ΤΟ ΧΡΕΟΣ

Κάθε νύκτα το ίδιο χρέος.
Δικαιώνομαι μες στην αγωνία-μου
φορώ τη φορεσιά του αύριο
ζω καθημερινά το «θαύμα» του καιρού-μου.
Η κραυγή της άρνησης
διαλύει τις ψεύτικες υποσχέσεις
ξίφος στη σάρκα των ενόχων.
Χαράζω συνθήματα με τα νύχια.
Μετά το σκοτάδι
το φως.
Το μακρινό με το κοντινό
συμπίπτουν.
Ξεθωριάζει η θύμηση
έξω από τη σκιά του χρόνου.

ΕΓΩ Η ΠΕΤΡΑ...(2008)

Εγώ η πέτρα
η αχορτάριαστη
κατρακυλώ μες στους αιώνες
ίδια η συνείδηση του ανθρώπου
βουβή κάτω από το νερό
ως την έκταση του φωτός.
Ύστερα έμαθα τη γλώσσα
των ανθρώπων
των πουλιών
και των φυτών
τις αιώνιες λέξεις
των μακρινών προγόνων.
Έγινα ο λυγμός του περιστεριού
ταξίδεψα ανάμεσα στους αστερισμούς
περνώντας από συμπληγάδες.
Εγώ η πέτρα
η πρωτόγονη
επιβίωσα πέραν της υποψίας
του χρόνου
για να φυλάω μέσα μου
τη μνήμη των αιώνων.
Γεννήθηκα σε τούτο το πετροκάραβο
που άραξε εδώ
που σμίγουν οι ανέμοι
στο πέρασμα των άγριων καιρών.
Γεννήθηκα τότε που η θάλασσα
χαμήλωνε κι άφησε πάνω μου
γαντζωμένα όστρακα
να προδίδουν την ηλικία του χρόνου.
Με μόνη συντροφιά μου τη σιωπή
άναψα φωτιά στους πρώτους ναυαγούς
στους πρώτους εξόριστους ναυτικούς.
Έσμιξα με τη ρίζα της ελιάς
και τους έθρεφα με λάδι.
Τρύγησα τ’ αμπέλι
και τους μέθυσα για πρώτη φορά.
Κι ήρθαν έμποροι
να γευτούν τα δώρα τούτα της γης μου
ήρθαν φουσάτα αλλόχθονα
να τ' αρπάξουνε με βία.
Τότε άκουσα το ποδοβολητό τους
κι ανατρίχιασα.
Τότε είδα να στριφογυρίζουν
δρεπανηφόρα άρματα
σε χρυσούς κάμπους
κι αρνήθηκα την υποταγή τους.
Από τότε πέρασαν
αιώνες πολλοί
κι έγινα στων πλουσίων τα δώματα
λαμπρό πετράδι
σε βασιλιάδων διάδημα.
Σύμβολο εξουσίας και ιριδισμών
μεταμόρφωση.
Εγώ η πέτρα
η παντοτινή
αναδύομαι από τα έγκατα της γης
και σκορπώ φωτιά
καίω φλάμπουρα και πανιά
των εχθρών μου.
Κι ύστερα βουλιάζω
μες στο παμπάλαιο νερό
και γίνομαι σκληρό κοφτερό μαχαίρι
στα σπλάχνα των τεράτων.
Εγώ η πέτρα
η αγκωνάρικη
αφουγκράζομαι τους κτύπους
της γης μου.
Φυλάω μέσα μου τη μνήμη
τόσων ταξιδιών του νου.
Κάνω κύκλους στο νερό
μετρώ τις ρυτίδες του χρόνου
αποστραγγίζω τα κοχύλια
προσεύχομαι μέσα στην τεφρότητα
των οριζόντων
να ‘ναι το ξημέρωμα μια φορεσιά γαλήνης.
Εγώ η πέτρα
η πρωτεϊκή
άφησα τους προγόνους μου
σε μακρινούς γαλαξίες.
Ταξιδεύω με την ηχώ
του χρόνου
περνώ μεσ' από τη σιωπή
των αιθέρων
γίνομαι αιώνια γέννηση
του φωτός
καιόμενη βάτος
εύφλεκτη αγρύπνια.
Πλάθω συνεχώς
την ιστορία
κρατώ επτασφράγιστα
μυστικά.
Χύνω κρασί
στα στήθια της θεάς
κι οι θηλές της
στάζουν έρωτα.
Το αγνόσυρτο βήμα της
πάνω στα νοτισμένα βότσαλα
ασημοτρέμει σαν λέπι γοργόνας.
Αγκαλιάζω τα γόνατά της
προσκυνώ την αρχέγονη κοίτη
αγιογραφώ
την ισόβια σπατάλη
την αμβροσία
του σώματος.
Εγώ η πέτρα
η απρόβλεπτη
αγαπώ τα μονοπάτια
που κατεβαίνουν φιδίσια
αγγίζοντας
ακρωτηριασμένα αγάλματα.
Το βλέμμα κατηφορίζει
σαν καλπασμός ανέμου
που φηλαφεί
το μίσχο της αυγής
την ευωδιά της λεβάντας
υφαίνοντας
κρυφούς πόθους
αλλιώτικες ιστορίες
μύθους και θρύλους
για άφθαρτους βωμούς
αιωνόβιων θεών.
Εγώ η πέτρα
η ακατάλυτη
από τότε που υπάρχω
γίνομαι τελεία θαυμαστικού
σε ρίμες αγάπης
λαχτάρα του εραστή
μάτι της μνήμης
νεύρο του ζώου
υδάτινο πέρασμα
μυστηριώδης φωνή
τυλιγμένη στ’ άμφια
της μήτρας
σε κόλπους σκοτεινούς
γαλβανίζοντας τις αισθήσεις
κεντώντας τον ιστό
της φύτρας μου
που θάλλει σαν όρκος.

Η ΠΕΜΠΤΗ ΕΠΟΧΗ (2012)

Η ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ Μ' ΕΝΑ ΚΟΧΥΛΙ

Η σιωπή με φέρνει
σ' εκείνο το ακροθαλάσσι
που κάποτε αγκάλιασα
το δέλτα του σώματος σου.
Ένα γυμνό κοχύλι
ανάσκελα κοιτάζει τη σελήνη
ορθάνοικτο
ροδόχρωμο αιδοίο
να μπαινοβγαίνει μέσα του
ο πάλλευκος αφρός
σαν υδάτινο σπέρμα.
Το ανασηκώνω στα χέρια μου
το ακουμπώ στο αυτί μου
ν' αφουγκραστώ
τα τόσα που έχει να μου πει.
Για πολυτάξιδες γοργόνες
με την ακόρεστη περιέργεια στα χείλη
για νύμφες που χορεύουν ρυθμικά
κτυπώντας όστρακα
να ξορκίσουν άλιους δαίμονες
για μέδουσες που κτενίζουν
τα φιδίσια μαλλιά τους
μπροστά σ' εκτυφλωτικό κάτοπτρο
έτοιμες
να μεταλάβουν το πάθος της σάρκας.
Μικρό γυμνό κοχύλι
γεννήθηκες από μήτρα υγρή
με την αρχέγονη αγωνία
ν' αντιμάχεσαι τον ανελέητο
εναγκαλισμό του ενστίκτου.
Ξεπήδησες από σκοτεινή σπηλιά
και ντύθηκες γαλάζιο φως
για να πορευθείς
ανάμεσα στις ράγες
μιας πέμπτης εποχής.
Μικρό άσπιλο κοχύλι
τίποτα πιο διαυγές
από τα μάτια σου
μαβιά του πόθου ανταύγεια.
Λαμπρό ανάκλιντρο
σε προσμένει
ανάμεσα στ' άλικα κοράλλια
.
Καταδύεσαι
με χείλι τρεμάμενο
ψιθυρίζοντας υμέναιους
στο βάθος της έκστασης.
Υφαίνεις αόρατο δίκτυ
να κρατήσεις
στο διάσελο του στήθους
την ευλογία του έρωτα.
Μικρό ηδονικό κοχύλι
αξιέραστο σαν την Ερατώ
καλοί δαίμονες φυσούν την κόγχη
καλούν κοντά σου
μειλίχια δελφίνια
ιχθυόμορφες θεότητες
να σε συνοδεύσουν
στον όρμο
της μεγάλης σύναξης των κυμάτων.
Η Ψαμάθη θωπεύει την υγρή άμμο
να υποδεκτεί το άμωμό σου σώμα.
Η Σπειώ λαξεύει στους βράχους
νυμφικό κρεβάτι.
Η εύπλοια Αφροδίτη
σε στεφανώνει με πέταλα
από άνθος αστρικό.
Μικρό προμηθεϊκό κοχύλι
με πυρακτωμένη σμίλη
σκαλίζεις στίχους
σε λίθινες δέλτους
να τις μεταφέρουν
εχινόδερμοι ιππόκαμποι
και φτερωτοί Πήγασοι
σε υγρά δώματα
εκεί που κατοικούν
η Χρυσίππη, η Μενίππη και η ίπποθόη.
Στίχοι που γίνονται ευθύς
ρίμες θηλυκωμένες
με σεντεφένιες χορδές
γλυκόλαλης λύρας
που ακουμπά στα στήθια
της Υπερίππης, της Ιππομέδουσας και της Ιππονόης.
Με οπάλλινο καλέμι
εγχαράσσεις σύμβολα
σε νοτισμένη άμμο
για να τ 'αγκιστρώσουν
στα ράμφη τους θαλασσοπούλια
να τα ταξιδέψουν
στο απάνεμο ρείθρο
των μαστών της Ηιόνης
τη ζήλεια σκορπώντας
στην Κυματολήγη και την Κυμώ
την Κυμοδόκη και την Κυμοθόη
που στέλνουν
αφρισμένο κύμα
να τα σβήσει.
Απιθώνω
το καλλίπυγο σώμα σου
ανάμεσα σ' έωλους εραστές
πάνω σε ανάστροφη θυμέλη
να το ζώνουν
αιχμηροί πυράκανθοι
να το τυλίγουν
αποψιλωμένοι θύρσοι
να το κατακλύζουν
λευκές χαίτες κυμάτων.
Μικρό ισόβιο κοχύλι
μια πέμπτη εποχή
σαν έξαρση στο χρώμα του νεφρίτη
διεγείρει την αίσθηση της ηδονής
που εκβάλλει
σε καθαρτήριους κόλπους.
Μια πέμπτη εποχή
σαν λύτρωση
στο χρώμα του σμαραγδιού
ιερουργεί
τη ζώσα ουσία της ηδονής
που εισχωρεί
στο λαβύρινθο της σιωπής.
Ρόδα ακτινωτή
σε τέθριππο άρμα
ακολουθεί την πορεία
της πέμπτης εποχής
ανάμεσα σε υδάτινους βραχίονες.
Αστρικό ανάβρυσμα
κωπηλατεί αέναα
μες στους κόρφους ιερής εστίας
που κυοφορεί το σπέρμα
του αναπόδραστου
ως έσχατη προσδοκία
της κάθαρσης
ως έσχατη προσήλωση
στην αιρετική μου μοίρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου